- οπισθότονος
- -η, -ο (Α ὀπισθότονος, -ον)νεοελλ.το αρσ. ως ουσ. ο οπισθότονοςγενικευμένη σύσπαση τών μυών τού σώματος και κυρίως τών εκτεινόντων, κατά τη διάρκεια τής οποίας η κεφαλή και ο κορμός αναστρέφονται προς τα πίσω, ενώ τα άκρα είναι σε υπερέκταση, και η οποία παρατηρείται στον τέτανο, στη δηλητηρίαση από στρυχνίνη, στην ενδοκράνια υπέρταση και στην υστερίααρχ.1. ο προς τα πίσω τεντωμένος2. το αρσ. ως ουσ. η οπισθοτονία*.[ΕΤΥΜΟΛ. < οπισθ(ο)-* + -τονος (< τείνω), πρβλ. μονό-τονος].
Dictionary of Greek. 2013.